Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

ΣΥΓΓΕΝΕΙΣ ΕΡΓΟΔΟΤΗ ΚΑΙ ΑΔΗΛΩΤΗ ΕΡΓΑΣΙΑ

Κάθε εργοδότης έχει την υποχρέωση να καταθέτει πίνακα προσωπικού και ωρών εργασίας στον οποίο δηλώνει υποχρεωτικά όλους τους εργαζόμενους που απασχολεί με σχέση εξαρτημένης εργασίας(άρθρο 16, Ν.2874/2000).
Σύμφωνα με το άρθρο 1 της υπ.αριθμ.28153/126/30-08-2013 Απόφασης του Υπουργού Εργασίας Κοινωνικής Ασφάλισης όπως ορίζουν οι υποπαράγραφοι ΙΑ 10, 11,12, 13 και 14 του άρθρου πρώτου του Ν. 4093/2012 κάθε εργοδότης που απασχολεί εργαζόμενο με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου υποχρεούται να υποβάλλει ηλεκτρονικά στο ηλεκτρονικό σύστημα με την ονομασία ΕΡΓΑΝΗ πινακα προσωπικού με τα προβλεπόμενα στοιχεία όπως ορίζουν οι διατάξεις του άρθρου 16 του Ν. 2874/2000.
Από 15/09/2013 σύμφωνα με την Υ.Α 27397/122/19-08-2013. που εκδόθηκε κατ. εξουσιοδότηση του άρθρου 24 του Ν. 3996/2011, τα όργανα του ΣΕΠΕ για κάθε αδήλωτο εργαζόμενο που δεν αναγράφεται σε ισχύοντα πινακα προσωπικού, επιβάλλουν κατά δέσμια αρμοδιότητα πολύ υψηλά πρόστιμα.
Έχουν δημιουργηθεί ερωτήματα σχετικά με το αν η παροχή εργασίας από συζύγους, τέκνα και συγγενείς του εργοδότη, υπάγεται στην ως άνω υποχρέωση, της δήλωσης αυτών σε πίνακα προσωπικού.
Από των συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 648,649,651-653 του Α.Κ συνάγεται ότι σύμβαση εξαρτημένης εργασίας υφίσταται όταν ο εργαζόμενος υποβάλλεται έναντι του εργοδότη του σε νομική εξάρτηση, η οποία εκδηλώνεται με το δικαίωμα του εργοδότη να ασκεί έλεγχο και εποπτεία ως προς τον τρόπο, τον χρόνο και τον τόπο παροχής της εργασίας και της εν γένει επιμελώς εκτελέσεως αυτής, παρέχοντας τις αναγκαίες εντολές και οδηγίες για την εκτέλεση της συγκεκριμένης εργασίας οι οποίες είναι δεσμευτικές για τον εργαζόμενο, ο οποίος υποχρεούται να συμμορφώνεται προς αυτές.
Σχετικά με το ζήτημα για το αν η παροχή εργασίας από συζύγους, τέκνα και συγγενείς υφίσταται χωρίς νομική εξάρτηση, είναι γεγονός ότι δεν υπάρχει κάποιος θετικός κανόνας δικαίου στη χώρα μας που να ορίζει σε ποιες περιπτώσεις και υπό ποιες προϋποθέσεις οι διατάξεις του Α.Κ περί της συμβάσεως εξαρτημένης εργασίας εφαρμόζονται και στις περιπτώσεις όπου παρέχεται εργασία από τα ανωτέρω πρόσωπα.
Για τον λόγο αυτό οι αποφάσεις της νομολογίας που έχουν κρίνει σχετικά, αποβαίνουν εξαιρετικά κρίσιμες,καθώς υποκαθιστούν σε μεγάλο βαθμό την ελλείπουσα πρόβλεψη του νομοθέτη ως προς τα ζητήματα αυτά.
Τόσο η θεωρία όσο και η δικαστηριακή νομολογία δέχονται ότι καταρχήν τα μέλη της οικογένειας {σύζυγοι, παιδιά, αδελφοί, αδελφές} του εργοδότη {ως προσώπου - κυρίως σε ατομική επιχ/ση), εφόσον συμβιούν με αυτόν και διατρέφονται από αυτόν (σχετ. και το άρθρο 2 του Β.Δ 748/66}, εάν συμβαίνει να απασχολούνται στην επιχείρηση του, θεωρείται ότι δεν υπάρχει το στοιχείο της παροχής εργασίας έναντι αμοιβής, λόγω του στενού οικογενειακού δεσμού που συνδέει αυτά. Δεδομένου άλλωστε ότι στις περιπτώσεις αυτές η εργασία παρέχεται συνήθως από ηθική και οικογενειακή υποχρέωση, για την αντιμετώπιση των αναγκών της οικογένειας {άρθρα 1386-1390 Α.Κ, 1508 Α.Κ} δηλαδή ο συγγενικός δεσμός με τον φερόμενο ως εργοδότη τους, υπερτερεί της εργασιακής σχέσης.
Ωστόσο είναι δυνατόν μέλη της οικογένειας του εργοδότη-συγγενείς να θεωρηθεί ότι παρέχουν εξαρτημένη εργασία. Συγκεκριμένα όταν διαπιστώνεται ότι απασχολούνται κατά κύριο επάγγελμα ως μισθωτοί ,από συγκεκριμένα στοιχεία ή βιβλία της επιχ/σης προκύπτει καταβολή μισθού για την εργασία τους, ιδιαίτερα δε όταν αποτελούν αυτοτελή οικογένεια η οποία δεν συστεγάζεται με αυτόν. Επίσης στοιχεία επιβοηθητικά για την κρίση αποτελούν η ηλικία, η κατάσταση της υγείας, η κοινωνική θέση του απασχολούμενου, οι πρόσοδοι του κ.λ.π. Επίσης αποτελεί αντικείμενο έρευνας εάν ο απασχολούμενος συγγενής αντιπροσωπεύει χρήσιμη εργατική δύναμη στην επιχείρηση και αν ο εργοδότης έχει πραγματική ανάγκη από τις υπηρεσίες του, καθώς και αν εκτελεί την εργασίατου κανονικά ή όταν αρέσκεται κ.λ.π. Ετσι αν μέλη οικογένειας - συγγενείς προσφέρουν εργασία προς αντικατάσταση για παράδειγμα εργαζομένων που ασκούν το δικαίωμα της επίσχεσης εργασίας ή της απεργίας, τότε παρέχουν εξαρτημένη εργασία. Επίσης όταν παρέχουν εργασία που απαιτεί ιδίαιτερες δεξιότητες και ικανότητες η οποία είναι καθοριστική για την παραγωγική λειτουργία της επιχείρησης, δύναται να θεωρηθεί ότι η παρεχόμενη εργασία προέχει του οικογενειακού ή συγγενικού δεσμού.
Όλα τα παραπάνω αποτελούν αντικείμενο έρευνας του Επιθεωρητή Εργασίας κατά τον επιτόπιο έλεγχο που πραγματοποιεί για την διαπίστωση της αδήλωτης εργασίας και την επιβολή των σχετικών κυρώσεων κατά δέσμια αρμοδιότητα. Το όργανο του ΣΕΠΕ σύμφωνα με το άρθρο 2 του ν.3996/2011 και το άρθρο 12 της 81 Δ.Σ.Ε προβαίνει σε κάθε είδους έλεγχο, εξέταση ή έρευνα αναφορικά με τη διαπίστωση της τήρησης και εφαρμογής των διατάξεων της εργατικής νομοθεσίας και στην συγκεκριμένη περίπτωση την διαπίστωση της αδήλωτης εργασίας και της επιβολής κυρώσεων κατά δέσμια αρμοδιότητα.
Στα πλαίσια των ελέγχων αυτών υποβάλλει ερωτήσεις σε εργοδότη και εργαζόμενους προς ανεύρεση της αλήθειας, εκτιμά τα πραγματικά περιστατικά καθώς και τα αποδεικτικά στοιχεία που προκύπτουν κατά τους ελέγχους τα οποία θα πρέπει να είναι επαρκή αντικειμενικά και έγκυρα προκειμένου να τεκμηριωθούν οι διαπιστώσεις και τα συμπεράσματα του ελέγχου.
Στα πλαίσια της ανωτέρω διαδικασίας έχει ιδιαίτερη σημασία η καταγραφή των απαντήσεων του εργαζόμενου σε όλες τις σχετικές ερωτήσεις που θα τεθούν σχετικά με την απασχόλησή του.Επίσης θα πρέπει να λαμβάνεται υπόψη και να καταγράφεται και η άποψη του εργοδότη καθώς τούτο αποτελεί στην ουσία το δικαίωμα του για ακρόαση, κατά τους συγκεκριμένους ελέγχους της αδήλωτης εργασίας κατά δέσμια αρμοδιότητα (επιστημονική έκθεση στη Βουλή για τον Ν.3996/2011).

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

ΤΑ ΝΟΜΙΜΑ ΟΡΙΑ ΤΟΥ ΔΙΑΚΕΚΟΜΜΕΝΟΥ ΩΡΑΡΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΔΙΑΛΕΙΜΑΤΟΣ ΣΕ ΔΙΑΦΟΡΕΣ ΚΑΤΗΓΟΡΙΕΣ ΕΡΓΑΖΟΜΕΝΩΝ

ΕΝΝΟΙΑ ΩΡΑΡΙΟΥ Ωράριο εργασίας είναι το σύνολο των ωρών κατά τις οποίες ο μισθωτός παρέχει την εργασία του στον εργοδότη του, ημερησίως, εβδομαδιαίως, τακτικώς, εκτάκτως, εκ του νόμου ή εκ συμβάσεως. Είδη ωραρίου είναι το ημερήσιο, το εβδομαδιαίο, το τακτικό, το έκτακτο (υπερεργασία-υπερωρία), το νόμιμο, το συμβατικό, το συνεχές, το διακεκομμένο, το ημερήσιο και το νυκτερινό. ΔΙΑΛΕΙΜΜΑ – ΔΙΑΚΟΠΕΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ Ώρες εργασίας θεωρούνται οι πραγματικές και σ' αυτές δεν περιλαμβάνονται οι διακοπές ή τα διαλείμματα.  Εξαίρεση του παραπάνω κανόνα, σε ειδικές περιπτώσεις. π.χ. Οδηγών Τουριστικών Λεωφορείων κ.α (ΥΑ. 51266/1975, ΠΔ. 176/2006, Κανονισμός Ε.Ε. 561/2006) Επίσης, οι εργαζόμενοι στο χώρο της κουζίνας έχουν υποχρεωτικό συνεχές άνευ διακοπής ωράριο (ΥΑ. 20714/1025/1976), ως και οι μερικώς απασχολούμενοι (άρθ. 2 παρ.7 Ν. 3846/2010), με εξαίρεση τους Οδηγούς , Συνοδούς Σχολικών Λεωφορείων και τους Καθηγητές σχολείων. Η εφαρμογή διακεκομμένου ή μη ωραρίου εργασίας,

ΠΟΤΕ ΜΙΑ ΑΠΟΛΥΣΗ ΕΡΓΑΖΟΜΕΝΟΥ ΜΠΟΡΕΙ ΝΑ ΘΕΩΡΗΘΕΙ ΑΚΥΡΗ ΚΑΙ ΚΑΤΑΧΡΗΣΤΙΚΗ

1.    ΑΠΑΓΟΡΕΥΣΗ ΑΠΟΛΥΣΗΣ Σε ορισμένες κατηγορίες εργαζομένων απαγορεύεται ρητά η απόλυση. Οι συνηθέστερες  περιπτώσεις παρουσιάζονται στις παρακάτω κατηγορίες: Α. Έγκυος ή μητέρα εργαζόμενη Σύμφωνα με το Ν. 1483/84, απαγορεύεται και είναι απολύτως άκυρη η απόλυση εργαζόμενης, κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης της, εκτός αν υπάρχει σπουδαίος λόγος καθώς και για χρονικό διάστημα 18 μηνών από την ημερομηνία τοκετού. (Άρ. 36 του Ν.3996/2011) Σαν σπουδαίος λόγος δεν μπορεί σε καμιά περίπτωση να θεωρηθεί η ενδεχόμενη μείωση της απόδοσης της εργασίας της εγκύου, που οφείλεται στην εγκυμοσύνη. Σπουδαίος λόγος μπορεί ενδεικτικά να θεωρηθεί η διάλυση ή πτώχευση επιχείρησης, η διάπραξη αξιόποινης πράξης, η δημιουργία καταστάσεων ή επεισοδίων που να καθιστούν αδύνατη τη συνέχιση της σύμβασης εργασίας, η ουσιώδης παράβαση των συμβατικών υποχρεώσεων, η πρόκληση βλάβης από πρόθεση και βαριά αμέλεια, η ίδρυση ανταγωνιστικής επιχείρησης κλπ.  H κρίση πάντως αν ένα περιστατικό αποτελεί σπ

ΠΩΣ ΥΠΟΛΟΓΙΖΕΤΑΙ ΤΟ ΔΩΡΟ ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΩΝ ΣΕ ΕΙΔΙΚΕΣ ΚΑΤΗΓΟΡΙΕΣ ΕΡΓΑΖΟΜΕΝΩΝ

Οι γενικότερες διατάξεις για το  δώρο Χριστουγέννων  αναφέρονται στην ΚΥΑ 19040/81. Εκτός όμως των γενικών διατάξεων για την παροχή του δώρου των Χριστουγέννων στους εργαζόμενους, υπάρχουν και άλλες ειδικές περιπτώσεις, στις οποίες το δώρο υπολογίζεται ανάλογα με την ειδικότητα ή τη μορφή απασχόλησης και αμοιβής, των εργαζομένων. Ποιές είναι αυτές; 1. Στις περιπτώσεις όπου οι εργαζόμενοι, απασχολούνται σε περισσότερους από ένα εργοδότες και αμείβονται με ωρομίσθιο, ή μισθό και ποσοστά, ή με ποσοστά, ή κατά μονάδα εργασίας ή με άλλο σύστημα κυμαινόμενων αποδοχών, το δώρο Χριστουγέννων, υπολογίζεται με βάση το μέσο όρο των μηναίων αποδοχών, ή του μέσου ημερομισθίου των αμοιβών, τις οποίες λαμβάνει ο εργαζόμενος στο χρονικό διάστημα από 1 Μαΐου μέχρι 31 Δεκεμβρίου ή μέχρι τη λύση της εργασιακής σχέσης. Για την εξεύρεση του μέσου όρου διαιρούμε τις συνολικές αποδοχές του παραπάνω χρονικού διαστήματος, με τον συνολικό αριθμό των ημερών που εργάσθηκε κατά το διάστημα αυτό 2. Με τον ίδιο